Παλαιφάτου

Παλαιφάτου
Παλαίφατος
spoken long ago
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • παλαιφάτου — παλαίφατος spoken long ago masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρόνοια — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. προνοίη Α [πρόνους] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού προνοώ, η εκ τών προτέρων σκέψη, η πρόβλεψη (α. «είχε την πρόνοια να μην τό διακινδυνεύσει» β. «οὐ τῇ ἐμῇ προνοίᾳ μᾱλλον ἐγίγνετο ἢ τύχῃ», Αντιφ.) 2. σύνεση, περίσκεψη 3 …   Dictionary of Greek

  • Βοιώ — Ποιήτρια από τους Δελφούς, σύζυγος του μυθικού βασιλιά της Αθήνας Ακταίου και μητέρα του επικού ποιητή Παλαίφατου. Ήταν ιέρεια στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Από τους ύμνους της προς τον θεό, ελάχιστους στίχους διέσωσε ο Παυσανίας. Πολλοί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”